τεταγμένη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- τεταγμένη < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική τεταγμένη, ουσιαστικοποιημένο θηλυκό της μετοχής τεταγμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος τάσσω & σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική ordonée[1]
Ουσιαστικό
επεξεργασία
τεταγμένη θηλυκό
- (μαθηματικά) η δεύτερη παράμετρος διατεταγμένου ζεύγου σε καρτεσιανό σύστημα συντεταγμένων και συγκεκριμένα, η κατακόρυφη
0x είναι ο ημιάξονας των τετμημένων (στον οριζόντιο άξονα).
0y είναι ο ημιάξονας των τεταγμένων (στον κάθετο άξονα).
Το σημείο (5,2) στο καρτεσιανό διάγραμμα (και για τα δυο σημεία) λέγεται διατεταγμένο ζεύγος.
Το σημείο 5 στο (5,2) είναι η τετμημένη.
Το σημείο 2 στο (5,2) είναι η τεταγμένη.
0y είναι ο ημιάξονας των τεταγμένων (στον κάθετο άξονα).
Το σημείο (5,2) στο καρτεσιανό διάγραμμα (και για τα δυο σημεία) λέγεται διατεταγμένο ζεύγος.
Το σημείο 5 στο (5,2) είναι η τετμημένη.
Το σημείο 2 στο (5,2) είναι η τεταγμένη.
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασία
τεταγμένη
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του τεταγμένος
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ {τεταγμένη - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασία
τεταγμένη
- ονομαστική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του τεταγμένος