τεμπελχανάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τεμπελχανάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική tembelhane < περσική تنبل خانه (tanbal-xāna) < περσική تنبل (tanbal, οκνηρός) + خانه (hâne, σπίτι)
Ουσιαστικό
επεξεργασίατεμπελχανάς αρσενικό (θηλυκό τεμπελχανού)
- (οικείο) ο πολύ τεμπέλης, ο τεμπέλαρος
Άλλες μορφές
επεξεργασία- ττεμπερχανάς (κυπριακά)
Συγγενικά
επεξεργασία- τεμπελχανείο
- → δείτε τις λέξεις τεμπέλης και χάνι
- οκνιάρης (κυπριακά)
Μεταφράσεις
επεξεργασία τεμπελχανάς
|