Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σχέδιο πτήσης τα σχέδια πτήσης
      γενική του σχεδίου πτήσης των σχεδίων πτήσης
    αιτιατική το σχέδιο πτήσης τα σχέδια πτήσης
     κλητική σχέδιο πτήσης σχέδια πτήσης
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

σχέδιο πτήσης < → δείτε τις λέξεις σχέδιο και πτήση, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική flight plan• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈsçe.ði.o ˈpti.sis/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

σχέδιο πτήσης ουδέτερο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία