συγγραφικά δικαιώματα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | συγγραφικά δικαιώματα | ||
γενική | των | συγγραφικών δικαιωμάτων | ||
αιτιατική | τα | συγγραφικά δικαιώματα | ||
κλητική | συγγραφικά δικαιώματα | |||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- συγγραφικά δικαιώματα < συγγραφικά + δικαιώματα (σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική droits d'auteur[1] [2])
Ουσιαστικό
επεξεργασίασυγγραφικά δικαιώματα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (νομικός όρος) δικαιώματα νομικής, οικονομικής, ηθικής κ.ά. φύσης, επί του συγγραφικού έργου κάποιου συγγραφέα
Υπερώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Authors' rights στην αγγλική Βικιπαίδεια
- κοπιράιτ
Δείτε επίσης
επεξεργασία- σπάνια και στον ενικό: συγγραφικό δικαίωμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία συγγραφικά δικαιώματα
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ συγγραφικός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- ↑ συγγραφικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας