Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
στεγάσιμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
στεγάσιμ
ος
η
στεγάσιμ
η
το
στεγάσιμ
ο
γενική
του
στεγάσιμ
ου
της
στεγάσιμ
ης
του
στεγάσιμ
ου
αιτιατική
τον
στεγάσιμ
ο
τη
στεγάσιμ
η
το
στεγάσιμ
ο
κλητική
στεγάσιμ
ε
στεγάσιμ
η
στεγάσιμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
στεγάσιμ
οι
οι
στεγάσιμ
ες
τα
στεγάσιμ
α
γενική
των
στεγάσιμ
ων
των
στεγάσιμ
ων
των
στεγάσιμ
ων
αιτιατική
τους
στεγάσιμ
ους
τις
στεγάσιμ
ες
τα
στεγάσιμ
α
κλητική
στεγάσιμ
οι
στεγάσιμ
ες
στεγάσιμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
στεγάσιμος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
στεγάσιμος, -η, -ο
που είναι δυνατό να
στεγαστεί
Μεταφράσεις
επεξεργασία
στεγάσιμος