↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σταχυολόγημα τα σταχυολογήματα
      γενική του σταχυολογήματος των σταχυολογημάτων
    αιτιατική το σταχυολόγημα τα σταχυολογήματα
     κλητική σταχυολόγημα σταχυολογήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σταχυολόγημα < σταχυολογώ + -μα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σταχυολόγημα ουδέτερο

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία