σταυρότυπος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- σταυρότυπος < ελληνιστική κοινή σταυρότυπος
Επίθετο
επεξεργασίασταυρότυπος, -η, -ο
- που είναι σταυρόσχημος
Μεταφράσεις
επεξεργασία σταυρότυπος
→ δείτε τη λέξη σταυρόσχημος |
Πηγές
επεξεργασία- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- σταυρότυπος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.