Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σταυλοδίαιτος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
σταυλοδίαιτ
ος
η
σταυλοδίαιτ
η
το
σταυλοδίαιτ
ο
γενική
του
σταυλοδίαιτ
ου
της
σταυλοδίαιτ
ης
του
σταυλοδίαιτ
ου
αιτιατική
τον
σταυλοδίαιτ
ο
τη
σταυλοδίαιτ
η
το
σταυλοδίαιτ
ο
κλητική
σταυλοδίαιτ
ε
σταυλοδίαιτ
η
σταυλοδίαιτ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
σταυλοδίαιτ
οι
οι
σταυλοδίαιτ
ες
τα
σταυλοδίαιτ
α
γενική
των
σταυλοδίαιτ
ων
των
σταυλοδίαιτ
ων
των
σταυλοδίαιτ
ων
αιτιατική
τους
σταυλοδίαιτ
ους
τις
σταυλοδίαιτ
ες
τα
σταυλοδίαιτ
α
κλητική
σταυλοδίαιτ
οι
σταυλοδίαιτ
ες
σταυλοδίαιτ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
σταυλοδίαιτος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
σταυλοδίαιτος, -η, -ο
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σταυλοδίαιτος