Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σπασικλάκι τα σπασικλάκια
      γενική
    αιτιατική το σπασικλάκι τα σπασικλάκια
     κλητική σπασικλάκι σπασικλάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

σπασικλάκι < σπασίκλ(ας) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /spa.siˈkla.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σπα‐σι‐κλά‐κι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σπασικλάκι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε σπασίκλας