σπαθασκία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /spa.θaˈsci.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σπα‐θα‐σκί‐α
Ουσιαστικό
επεξεργασίασπαθασκία θηλυκό
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία σπαθασκία
→ δείτε τη λέξη ξιφασκία |
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ σπαθασκία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας