↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σπίτωμα τα σπιτώματα
      γενική του σπιτώματος των σπιτωμάτων
    αιτιατική το σπίτωμα τα σπιτώματα
     κλητική σπίτωμα σπιτώματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σπίτωμα < σπιτώνω + -μα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σπίτωμα ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία