↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σκοτεινή ενέργεια οι σκοτεινές ενέργειες
      γενική της σκοτεινής ενέργειας των σκοτεινών ενεργειών
    αιτιατική τη σκοτεινή ενέργεια τις σκοτεινές ενέργειες
     κλητική σκοτεινή ενέργεια σκοτεινές ενέργειες
Συνήθως στον ενικό.
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σκοτεινή ενέργεια < σκοτεινή + ενέργεια ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική dark energy)

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

σκοτεινή ενέργεια θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία