σκορπίνα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- σκορπίνα < σκορπ(ιός) + -ίνα[1]
Ουσιαστικό
επεξεργασίασκορπίνα θηλυκό
Ταυτόσημο
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- σκορπίνα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία σκορπίνα
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ σκορπίνα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας