• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

σκολειό

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σκολειό τα σκολειά
      γενική του σκολειού των σκολειών
    αιτιατική το σκολειό τα σκολειά
     κλητική σκολειό σκολειά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

σκολειό < σχολείο

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /skoˈʎo/

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

σκολειό ουδέτερο

  • (λαϊκότροπο) (παρωχημένο) άλλη μορφή του σχολείο

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    σκολειό
  • → δείτε τη λέξη σχολείο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σκολειό&oldid=5293522"
Τελευταία επεξεργασία στις 1 Οκτωβρίου 2021, στις 04:57
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 1 Οκτωβρίου 2021, στις 04:57.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie