• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

σιδηροβιομήχανος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η σιδηροβιομήχανος οι σιδηροβιομήχανοι
      γενική του/της
του
σιδηροβιομηχάνου
σιδηροβιομήχανου
των σιδηροβιομηχάνων
& σιδηροβιομήχανων
    αιτιατική τον/τη σιδηροβιομήχανο τους/τις
τους
σιδηροβιομηχάνους
σιδηροβιομήχανους
     κλητική σιδηροβιομήχανε σιδηροβιομήχανοι
Ο δεύτερος τύπος της γενικής ενικού και αιτιατικής πληθυντικού, μόνο για το αρσενικό.
Κατηγορία όπως «βιομήχανος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

σιδηροβιομήχανος < σιδηρο- + βιομήχανος

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

σιδηροβιομήχανος αρσενικό

  • ιδιοκτήτης σιδηροβιομηχανίας

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    σιδηροβιομήχανος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σιδηροβιομήχανος&oldid=5512773"
Τελευταία επεξεργασία στις 3 Φεβρουαρίου 2022, στις 13:52
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 3 Φεβρουαρίου 2022, στις 13:52.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie