σιγανοψιχάλισμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίασιγανοψιχάλισμα ουδέτερο
- ήπιο ψιχάλισμα
- Σιγανοψιχάλισμα, σιγανοψιχάλισμα, / δάκρυ δάκρυ πέφτουνε της βροχής οι στάλες. / Πού να είσαι, χάθηκες, να με σκάσεις βάλθηκες, / έχω λίγες συμφορές, θα μου φέρεις κι άλλες, / με χτυπούν στο πρόσωπο σιγανοψιχάλες. (Από τραγούδι σε στίχους του Χαράλαμπου Βασιλειάδη)
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία σιγανοψιχάλισμα
|