Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σιαλαδενίτιδα οι σιαλαδενίτιδες
      γενική της σιαλαδενίτιδας των σιαλαδενίτιδων
    αιτιατική τη σιαλαδενίτιδα τις σιαλαδενίτιδες
     κλητική σιαλαδενίτιδα σιαλαδενίτιδες
Κατηγορία όπως «αρθρίτιδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

σιαλαδενίτιδα < σιελογόνος / σιαλογόνος + αδένας + -ίτιδα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σιαλαδενίτιδα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία