Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σεφερτάσι τα σεφερτάσια
      γενική του σεφερτασιού των σεφερτασιών
    αιτιατική το σεφερτάσι τα σεφερτάσια
     κλητική σεφερτάσι σεφερτάσια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

σεφερτάσι < τουρκική sefertası < sefer (ταξίδι) + tas (δοχείο)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /se.feɾˈta.si/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σεφερτάσι ουδέτερο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία