Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σερπεντινομάρμαρο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
σερπεντινομάρμαρ
ο
τα
σερπεντινομάρμαρ
α
γενική
του
σερπεντινομάρμαρ
ου
των
σερπεντινομάρμαρ
ων
αιτιατική
το
σερπεντινομάρμαρ
ο
τα
σερπεντινομάρμαρ
α
κλητική
σερπεντινομάρμαρ
ο
σερπεντινομάρμαρ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σερπεντινομάρμαρο
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σερπεντινομάρμαρο
ουδέτερο
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σερπεντινομάρμαρο