↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σερβιτόρα οι σερβιτόρες
      γενική της σερβιτόρας
    αιτιατική τη σερβιτόρα τις σερβιτόρες
     κλητική σερβιτόρα σερβιτόρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σερβιτόρα < θηλυκό του σερβιτόρος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σερβιτόρα θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία