σεβνταλής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίασεβνταλής αρσενικό (θηλυκό: σεβνταλού)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη σεβντάς
Μεταφράσεις
επεξεργασία σεβνταλής
|
![]() |
σεβνταλής αρσενικό (θηλυκό: σεβνταλού)
|