Δείτε επίσης: Κατηγορία:Σαρδηνιακή γλώσσα
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα σαρδηνιακά
      γενική των σαρδηνιακών
    αιτιατική τα σαρδηνιακά
     κλητική σαρδηνιακά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σαρδηνιακά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου σαρδηνιακός στον πληθυντικό

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
 
Οι διάλεκτοι των σαρδηνιακών.

σαρδηνιακά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • κωδικός ISO: sc

  Μεταφράσεις

επεξεργασία