↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σαραζανέτι τα σαραζανέτια
      γενική του σαραζανετιού των σαραζανετιών
    αιτιατική το σαραζανέτι τα σαραζανέτια
     κλητική σαραζανέτι σαραζανέτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Τμήμα της Εγνατίας οδού στην περιοχή του Μετσόβου.

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σαραζανέτι < ιταλική Giulio Serra Zanetti[1]

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σαραζανέτι ουδέτερο

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Από σχετική πατέντα τού Ιταλού Giulio Serra Zanetti στις 14 Αυγούστου 1897.