Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σαπουνόχωμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
σαπουνόχωμα
τα
σαπουνοχώμα
τ
α
γενική
του
σαπουνοχώμα
τ
ος
των
σαπουνοχωμά
τ
ων
αιτιατική
το
σαπουνόχωμα
τα
σαπουνοχώμα
τ
α
κλητική
σαπουνόχωμα
σαπουνοχώμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σαπουνόχωμα
<
σαπούν(ι)
+
-ο-
+
χώμα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σαπουνόχωμα
ουδέτερο
η
σαπουνόπετρα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σαπουνόχωμα
→
δείτε
τη λέξη
σαπουνόπετρα