σαλικυλαλδεΰδη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- σαλικυλαλδεΰδη < αγγλική salicylaldehyde
Ουσιαστικό επεξεργασία
σαλικυλαλδεΰδη θηλυκό
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
σαλικυλαλδεΰδη
σαλικυλαλδεΰδη θηλυκό