↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ρητορικότητα οι ρητορικότητες
      γενική της ρητορικότητας των ρητορικοτήτων
    αιτιατική τη ρητορικότητα τις ρητορικότητες
     κλητική ρητορικότητα ρητορικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ρητορικότητα < ρητορικός + -ότητα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ρητορικότητα θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία