Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ρηξικελευθότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ρηξικελευθότητ
α
οι
ρηξικελευθότητ
ες
γενική
της
ρηξικελευθότητ
ας
των
ρηξικελευθοτήτ
ων
αιτιατική
τη
ρηξικελευθότητ
α
τις
ρηξικελευθότητ
ες
κλητική
ρηξικελευθότητ
α
ρηξικελευθότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ρηξικελευθότητα
<
ρηξικέλευθος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ρηξικελευθότητα
θηλυκό
η
καινοτομία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ρηξικελευθότητα
αγγλικά
:
breakthrough
(en)