Δείτε επίσης: πυτία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πυτιά οι πυτιές
      γενική της πυτιάς των πυτιών
    αιτιατική την πυτιά τις πυτιές
     κλητική πυτιά πυτιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πυτιά < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πυτιά θηλυκό

  • γάλα από κοιλιά αρνιού που έχει υποστεί φυσική ζύμωση και χρησιμοποιείται για την παραγωγή τυροκομικών προϊόντων

  Μεταφράσεις

επεξεργασία