• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

προύνη

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Αρχαία ελληνικά (grc)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ἡ προύνη αἱ προῦναι
      γενική τῆς προύνης τῶν προυνῶν
      δοτική τῇ προύνῃ ταῖς προύναις
    αιτιατική τὴν προύνην τὰς προύνᾱς
     κλητική ὦ! προύνη προῦναι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  προύνᾱ
γεν-δοτ τοῖν  προύναιν
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'γνώμη' όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

προύνη θηλυκό (ελληνιστική κοινή)

  • (φυτό) άλλη μορφή του προύμνη, συνώνυμο του προῦμνος: η δαμασκηνιά

  ΠηγέςΕπεξεργασία

  • «προύνη» - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=προύνη&oldid=5641090"
Τελευταία επεξεργασία στις 18 Δεκεμβρίου 2022, στις 02:30
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 18 Δεκεμβρίου 2022, στις 02:30.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie