προαπάντημα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- προαπάντημα < ελληνιστική κοινή προαπάντημα[1] < αρχαία ελληνική προαπαντάω < ἀπαντάω
Ουσιαστικό επεξεργασία
προαπάντημα ουδέτερο
- (λόγιο) η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του προαπαντώ
Μεταφράσεις επεξεργασία
προαπάντημα
|
Πηγές επεξεργασία
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- προαπάντημα - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
- ↑ προαπάντημα - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.