Δείτε επίσης: Πρινάρι

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πρινάρι τα πρινάρια
      γενική του πριναριού των πριναριών
    αιτιατική το πρινάρι τα πρινάρια
     κλητική πρινάρι πρινάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

πρινάρι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική πρινάριον < αρχαία ελληνική πρῖνος + κατάληξη υποκοριστικού -άριον. Δείτε και πουρνάρι, πρίνος.

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πρινάρι ουδέτερο

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία