• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

πευκοβελόνα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πευκοβελόνα οι πευκοβελόνες
      γενική της πευκοβελόνας των πευκοβελόνων
    αιτιατική την πευκοβελόνα τις πευκοβελόνες
     κλητική πευκοβελόνα πευκοβελόνες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
πευκοβελόνες από κοντά

Ετυμολογία

επεξεργασία
πευκοβελόνα < πεύκ(ο) + -ο- βελόνα

Ουσιαστικό

επεξεργασία

πευκοβελόνα θηλυκό

  • το φύλλο του πεύκου, αφού μοιάζει με βελόνα

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    πευκοβελόνα
  • αγγλικά : pine needle (en)
  • γαλλικά : aiguille (fr) de pin (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=πευκοβελόνα&oldid=7014455"
Τελευταία επεξεργασία στις 6 Φεβρουαρίου 2025, στις 20:56

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 6 Φεβρουαρίου 2025, στις 20:56.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας