• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

περίσσεμα

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το περίσσεμα τα περισσέματα
      γενική του περισσέματος των περισσεμάτων
    αιτιατική το περίσσεμα τα περισσέματα
     κλητική περίσσεμα περισσέματα
όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

περίσσεμα < περίσσευμα < ελληνιστική κοινή περίσσευμα < αρχαία ελληνική περισσεύω < περισσός / περιττός < περί < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *per-

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /peˈɾi.se.ma/

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

περίσσεμα ουδέτερο

  • άλλη μορφή του περίσσευμα

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    περίσσεμα
  • → δείτε τη λέξη περίσσευμα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=περίσσεμα&oldid=5001786"
Τελευταία επεξεργασία στις 28 Φεβρουαρίου 2021, στις 08:28

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 28 Φεβρουαρίου 2021, στις 08:28.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie