πεντόφραγκο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπεντόφραγκο ουδέτερο
- (κυριολεκτικά) νόμισμα πέντε φράγκων
- (μεταφορικά) το πεντάδραχμο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία πεντόφραγκο
|
πεντόφραγκο ουδέτερο
|