πεντοζάλης
Νέα ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
Προφορά Επεξεργασία
- ΔΦΑ : /pen.doˈza.lis/
Επίθετο Επεξεργασία
πεντοζάλης αρσενικό
Άλλες μορφές Επεξεργασία
- πεντοζάλι ουδέτερο
Δείτε επίσης Επεξεργασία
Μεταφράσεις Επεξεργασία
Επεξεργασία
- ↑ πεντοζάλης - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.