πενηντάευρο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pe.ninˈda.e.vɾo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πε‐νη‐ντά‐ευ‐ρο
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπενηντάευρο ουδέτερο
- (νεολογισμός) πενήντα ευρώ
- (νεολογισμός, νόμισμα) χαρτονόμισμα των πενήντα ευρώ
- Πενηντάευρα και εικοσάευρα προτιμούν οι παραχαράκτες. (*)
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία πενηντάευρο
|