Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παριζάκι τα παριζάκια
      γενική
    αιτιατική το παριζάκι τα παριζάκια
     κλητική παριζάκι παριζάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

παριζάκι < πάριζ(α) + υποκοριστικό επίθημα -άκι. Δείτε και πάριζα#Παραθέματα με αναφορές στις λέξεις πάριζα, παριζάκι.

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /pa.ɾiˈza.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πα‐ρι‐ζά‐κι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

παριζάκι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία