παραμόνεμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παραμόνεμα < παραμονεύω + -μα
Ουσιαστικό επεξεργασία
παραμόνεμα ουδέτερο
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του παραμονεύω
Μεταφράσεις επεξεργασία
παραμόνεμα
|
Δείτε επίσης : παραμονή |
παραμόνεμα ουδέτερο
|