Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παπαδοκρατία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
παπαδοκρατί
α
οι
παπαδοκρατί
ες
γενική
της
παπαδοκρατί
ας
των
παπαδοκρατι
ών
αιτιατική
την
παπαδοκρατί
α
τις
παπαδοκρατί
ες
κλητική
παπαδοκρατί
α
παπαδοκρατί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
παπαδοκρατία
<
παπάς
+
-ο-
+
-κρατία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
παπαδοκρατία
θηλυκό
(
ανεπίσημο
) η
κληρικοκρατία
Συγγενικά
επεξεργασία
παπαδοκρατούμαι
→
δείτε
τις λέξεις
παπάς
και
κρατώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παπαδοκρατία
→
δείτε
τη λέξη
κληρικοκρατία