↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο παιδοκομικός η παιδοκομική το παιδοκομικό
      γενική του παιδοκομικού της παιδοκομικής του παιδοκομικού
    αιτιατική τον παιδοκομικό την παιδοκομική το παιδοκομικό
     κλητική παιδοκομικέ παιδοκομική παιδοκομικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι παιδοκομικοί οι παιδοκομικές τα παιδοκομικά
      γενική των παιδοκομικών των παιδοκομικών των παιδοκομικών
    αιτιατική τους παιδοκομικούς τις παιδοκομικές τα παιδοκομικά
     κλητική παιδοκομικοί παιδοκομικές παιδοκομικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
παιδοκομικός < παιδοκομία

  Επίθετο

επεξεργασία

παιδοκομικός, -ή, -ό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία