Δείτε επίσης: πλέκτρια
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παίκτρια οι παίκτριες
      γενική της παίκτριας των παικτριών
    αιτιατική την παίκτρια τις παίκτριες
     κλητική παίκτρια παίκτριες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
παίκτρια < παίκτης + -τρια

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

παίκτρια θηλυκό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε παίκτης