Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πλέκτρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
πλέκτρα
,
παίκτρια
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
πλέκτρι
α
οι
πλέκτρι
ες
γενική
της
πλέκτρι
ας
των
πλεκτρι
ών
αιτιατική
την
πλέκτρι
α
τις
πλέκτρι
ες
κλητική
πλέκτρι
α
πλέκτρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
πλέκτρια
<
πλέκτης
+ κατάληξη θηλυκού
-τρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πλέκτρια
θηλυκό
(
επάγγελμα
)
θηλυκό
του
πλέκτης
Άλλες μορφές
επεξεργασία
πλέκτρα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πλέκτρια
γαλλικά
:
tricoteuse
(fr)
γερμανικά
:
Strickerin
(de)