Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ορυμαγδός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ὀρυμαγδός
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
ορυμαγδ
ός
οι
ορυμαγδ
οί
γενική
του
ορυμαγδ
ού
των
ορυμαγδ
ών
αιτιατική
τον
ορυμαγδ
ό
τους
ορυμαγδ
ούς
κλητική
ορυμαγδ
έ
ορυμαγδ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ορυμαγδός
<
αρχαία ελληνική
ὀρυμαγδός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ορυμαγδός
αρσενικό
οχλαγωγία
,
θόρυβος
,
καταιγισμός
(συνήθως με όχι καλή έννοια)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ορυμαγδός
αγγλικά
:
din
(en)
,
roar
(en)
γαλλικά
:
vacarme
(fr)