ορυζάμυλο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαορυζάμυλο ουδέτερο
- (τεχνολογία τροφίμων) άμυλο το οποίο λαμβάνουμε από το ρύζι με κατάλληλη κατεργασία
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ορυζάμυλο