Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ορθολογιστικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ορθολογιστικ
ός
η
ορθολογιστικ
ή
το
ορθολογιστικ
ό
γενική
του
ορθολογιστικ
ού
της
ορθολογιστικ
ής
του
ορθολογιστικ
ού
αιτιατική
τον
ορθολογιστικ
ό
την
ορθολογιστικ
ή
το
ορθολογιστικ
ό
κλητική
ορθολογιστικ
έ
ορθολογιστικ
ή
ορθολογιστικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ορθολογιστικ
οί
οι
ορθολογιστικ
ές
τα
ορθολογιστικ
ά
γενική
των
ορθολογιστικ
ών
των
ορθολογιστικ
ών
των
ορθολογιστικ
ών
αιτιατική
τους
ορθολογιστικ
ούς
τις
ορθολογιστικ
ές
τα
ορθολογιστικ
ά
κλητική
ορθολογιστικ
οί
ορθολογιστικ
ές
ορθολογιστικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ορθολογιστικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
ορθολογιστικός, -ή, -ό
σχετικός με τον
ορθολογισμό
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ορθολογιστικός