Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οπωροπωλείο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Σύνθετα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
οπωροπωλεί
ο
τα
οπωροπωλεί
α
γενική
του
οπωροπωλεί
ου
των
οπωροπωλεί
ων
αιτιατική
το
οπωροπωλεί
ο
τα
οπωροπωλεί
α
κλητική
οπωροπωλεί
ο
οπωροπωλεί
α
Κατηγορία
όπως «
πεύκο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
οπωροπωλείο
<
οπωροπώλης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
οπωροπωλείο
ουδέτερο
κατάστημα που που πουλάει
οπωροκηπευτικά
Συνώνυμα
επεξεργασία
μανάβικο
Σύνθετα
επεξεργασία
οπωροπαντοπωλείο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
οπωροπωλείο
γαλλικά
:
magasin
(fr)
de
fruits
(fr)
et
légumes
(fr)