Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ονυχοπτωσία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ονυχοπτωσί
α
οι
ονυχοπτωσί
ες
γενική
της
ονυχοπτωσί
ας
των
ονυχοπτωσι
ών
αιτιατική
την
ονυχοπτωσί
α
τις
ονυχοπτωσί
ες
κλητική
ονυχοπτωσί
α
ονυχοπτωσί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ονυχοπτωσία
<
ονυχο-
+
πτώση
+
-ία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ονυχοπτωσία
θηλυκό
(
ιατρική
) η
πτώση
ενός
νυχιού
από το
χέρι
ή το
πόδι
κάποιου
Συνώνυμα
επεξεργασία
ονυχόλυση
ονυχολυσία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ονυχοπτωσία
→
δείτε
τη λέξη
ονυχολυσία