Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ομβροδέκτης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ὀμβροδέκτης
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
ομβροδέκτ
ης
οι
ομβροδέκτ
ες
γενική
του
ομβροδέκτ
η
των
ομβροδεκτ
ών
αιτιατική
τον
ομβροδέκτ
η
τους
ομβροδέκτ
ες
κλητική
ομβροδέκτ
η
ομβροδέκτ
ες
Κατηγορία
όπως «
ναύτης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ομβροδέκτης
< (
ελληνιστική κοινή
)
ὀμβροδέκτης
<
ὄμβρος
+
δέκτης
(<
δέχομαι
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ομβροδέκτης
αρσενικό
δεξαμενή
που συλλέγονται τα
όμβρια
ύδατα
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
όμβρος
και
δέχομαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ομβροδέκτης
αγγλικά
:
cistern
(en)