• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

οινοπνευματίαση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Δείτε επίσης
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η οινοπνευματίαση οι οινοπνευματιάσεις
      γενική της οινοπνευματίασης* των οινοπνευματιάσεων
    αιτιατική την οινοπνευματίαση τις οινοπνευματιάσεις
     κλητική οινοπνευματίαση οινοπνευματιάσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, οινοπνευματιάσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
οινοπνευματίαση < οινόπνευμα + -ίαση

Ουσιαστικό

επεξεργασία

οινοπνευματίαση θηλυκό

  • (ιατρική) η τοξική και μακροχρόνια επίδραση της κατάχρησης αλκοόλ ή οινοπνευματωδών ποτών

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • οινοπνευμάτωση

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • αλκοολισμός

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    οινοπνευματίαση
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=οινοπνευματίαση&oldid=5698928"
Τελευταία επεξεργασία στις 15 Ιουνίου 2023, στις 07:48

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 15 Ιουνίου 2023, στις 07:48.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας