Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ντερβέναγας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
ντερβέναγ
άς
οι
ντερβεναγ
άδες
γενική
του
ντερβέναγ
ά
των
ντερβέναγ
άδων
αιτιατική
τον
ντερβέναγ
ά
τους
ντερβεναγ
άδες
κλητική
ντερβέναγ
ά
ντερβεναγ
άδες
Κατηγορία
όπως «
ψαράς
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ντερβέναγας
<
ντερβέν(ι)
+
αγάς
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
deɾˈve.na.ɣas
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ντερβέναγας
αρσενικό
άλλη μορφή
του
δερβέναγας